"O Πρόεδρος της Δημοκρατίας προκηρύσσει με διάταγμα δημοψήφισμα για κρίσιμα εθνικά θέματα, ύστερα από απόφαση της απόλυτης πλειοψηφίας του όλου αριθμού των βουλευτών, που λαμβάνεται με πρόταση του Yπουργικού Συμβουλίου.
Δημοψήφισμα προκηρύσσεται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας με διάταγμα και για ψηφισμένα νομοσχέδια που ρυθμίζουν σοβαρό κοινωνικό ζήτημα, εκτός από τα δημοσιονομικά, εφόσον αυτό αποφασιστεί από τα τρία πέμπτα του συνόλου των βουλευτών, ύστερα από πρόταση των δύο πέμπτων του συνόλου και όπως ορίζουν ο Kανονισμός της Bουλής και νόμος για την εφαρμογή της παραγράφου αυτής. Δεν εισάγονται κατά την ίδια περίοδο της Bουλής περισσότερες από δύο προτάσεις δημοψηφίσματος για νομοσχέδιο. Aν νομοσχέδιο υπερψηφιστεί, η προθεσμία του άρθρου 42 παράγραφος 1 αρχίζει από τη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος".
Δημοψήφισμα είναι ο θεσμός ο οποίος αποτελεί άμεσο τρόπο συμμετοχής του λαού στην άσκηση της εξουσίας και που συνίσταται σε γενική ψηφοφορία για την έγκριση ή την απόρριψη κάποιου σημαντικού μέτρου που προτείνει η εκτελεστική εξουσία.(Λεξικό Τριανταφυλλίδη) Στην Ελλάδα, η διεξαγωγή δημοψηφίσματος προβλέπεται από το Σύνταγμα με πρόταση βουλευτών, αλλά δυστυχώς το τελευταίο δημοψήφισμα που διεξήχθη στην Ελλάδα ήταν αυτό του 1974 για το θέμα της Βασιλευόμενης ή μη Δημοκρατίας.
Στις χώρες που επικρατεί η πραγματική συλλογική δημοκρατία όταν απαιτείται να υποβληθεί σε κρίση ένα νομοθέτημα της εκτελεστικής εξουσίας πραγματοποιείται η μέθοδος της αίτησης προσφυγής σε δημοψήφισμα (referendum petition). Όταν το νομοθετικό σώμα δεν έχει την πρόθεση να υπαγάγει ένα νόμο στη λαϊκή κρίση, οι πολίτες μπορούν να θέσουν σε κυκλοφορία μία αίτηση προσφυγής, για να συγκεντρώσουν τον απαιτούμενο αριθμό υπογραφών ψηφοφόρων, με αίτημα να υποβληθεί ο νόμος σε δημοψήφισμα. Ο αριθμός των καλής πίστεως υπογραφών που απαιτείται, κυμαίνεται από το 5 έως το 15% του ολικού αριθμού ψηφισάντων στην τελευταία γενική εκλογή, ανάλογα με τις σχετικές διατάξεις του συντάγματος και τούς ισχύοντες κανονισμούς του δημοψηφίσματος. Η συμπληρωμένη αίτηση προσφυγής πρέπει να εγχειρισθή στο γραφείο του αρμόδιου δημοσίου λειτουργού (π.χ. υπουργού ή γραμματέως, προκειμένου περί δήμου) συνήθως εντός ενενήντα ήμερων από την ψήφιση του νόμου. Έφ' όσον ο αρμόδιος λειτουργός πιστοποίηση την επάρκεια των υπογραφών η ισχύς του νόμου αναστέλλεται, όσο εκκρεμεί η διενέργεια του δημοψηφίσματος και η εκτελεστική εξουσία μεριμνά για να υπαχθεί ο νόμος που έχει αμφισβητηθεί στην κρίση των εκλογέων, είτε με διενέργεια «επί τούτω» δημοψηφίσματος είτε με την ευκαιρία γενικής ψηφοφορίας.
Έτσι λοιπόν δεν είναι τυχαίο ότι άτομα ή οργανώσεις(ΜΚΟ) ή κόμματα που δήθεν νοιάζονται για τα ανθρώπινα δικαιώματα ή τις κοινωνικές ευαισθησίες των Ελλήνων πολιτών ποτέ δεν έχουν οργανώσει την μέθοδο της αίτησης προσφυγής σε δημοψήφισμα.
Το λεξικό Κοινωνικών Επιστημών της UNESCO σημειώνει ότι το δημοψήφισμα που ανταποκρίνεται στον όρο referendum υπονοεί τη μέθοδο με την οποία τα μέλη, πού συγκροτούν μια οργάνωση, μπορούν να επιδοκιμάζουν ή να αποδοκιμάζουν μια πολιτική, την οποία προτείνουν οι αρχηγοί ή οι εκπρόσωποι τους. Με το δημοψήφισμα αυτό ένα συγκεκριμένο κοινό (public) μπορεί να προστατευθεί από μια βλαπτική ή αντιλαϊκή νομοθεσία.
Υπάρχουν δύο ειδικοί τύποι δημοψηφισμάτων:
- Το υποχρεωτικό δημοψήφισμα (compulsory referendum) εφαρμόζεται γενικά για την επικύρωση νέων συνταγμάτων και τροπολογιών, που προτείνονται για υφιστάμενα γραπτά συντάγματα.
- Το δυνητικό δημοψήφισμα (optional referendum) μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να εκφρασθεί η λαϊκή γνώμη σε νομοσχέδια που δεν προβλέπεται ότι πρέπει να κυρωθούν υποχρεωτικά με δημοψήφισμα. Το νομοθετικό σώμα μπορεί ν' άσκηση την ευχέρεια του να υποβάλει στην κρίση του εκλογικού σώματος ένα αμφιλεγόμενο μέτρο, όπως π.χ. την απονομή Ελληνικής ιθαγένειας και δικαίωμα ψήφου σε 960.000 αλλογενείς.
«Αυτού γαρ και Ρόδος και πήδημα»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια εκτός θέματος καθώς και μηνύματα σε "greeklish" δεν θα δημοσιεύονται.